Στυλοβάτης στα τούρκικα

Μετάφραση: στυλοβάτης, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sütun, direk, dayanak noktası, MainStay, dayanak, temelini, dayanağı
Στυλοβάτης στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στυλοβάτης

στυλοβάτης στα αγγλικα, στυλοβάτης σημασια, στυλοβάτης ορισμός, στυλοβάτης wikipedia, στυλοβάτης συνώνυμο, στυλοβάτης λεξικό γλώσσας τούρκικα, στυλοβάτης στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • στρώση στα τούρκικα - tabaka, katman, tabakası, katmanı, katmanlı
  • στυγνός στα τούρκικα - katı, acımasız, vahşi, zalim, acımasız bir, brutal
  • στυλό στα τούρκικα - cezaevi, hapishane, kalem, kalemi, pen, kalemin, tükenmez kalem
  • στυφός στα τούρκικα - orospu, fahişe, buruk, keskin, yakıcı, acı, buruk bir
Τυχαίες λέξεις
Στυλοβάτης στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sütun, direk, dayanak noktası, MainStay, dayanak, temelini, dayanağı