Σωρός στα τούρκικα

Μετάφραση: σωρός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yığın, küme, kazık, hav, havlı, kadife
Σωρός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωρός

σωρός ελαχίστου, σωρός ή σορός, σωρός σύμπλεγμα των εχινάδων, σωρός μαρούσι, σωρός heap, σωρός λεξικό γλώσσας τούρκικα, σωρός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • σωριάζομαι στα τούρκικα - çökme, çöküş, çöküşü, kollaps, çöküntü
  • σωριάζω στα τούρκικα - paket, demet, kereste, Lumber, keresteler, Lomber, yapma keresteler
  • σωσίας στα τούρκικα - çift, çift kişilik, double, çifte, ikili
  • σωστά στα τούρκικα - doğru, düzgün, doğru şekilde, doğru olarak, doğru bir şekilde
Τυχαίες λέξεις
Σωρός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yığın, küme, kazık, hav, havlı, kadife