Δασοκομία στα τσεχικά
Μετάφραση: δασοκομία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lesnictví, lesní, lesnické, lesního hospodářství, lesního
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δασοκομία
εφαρμοσμένη δασοκομία, δασοκομία πόλεων, δασοκομία λεξικό γλώσσας τσεχικά, δασοκομία στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- δασμοί στα τσεχικά - poplatek, provoz, povinnost, služba, dávka, závazek, funkce, ...
- δασμολόγιο στα τσεχικά - clo, sazba, sazebník, tarif, tarifní, sazebním zařazení zboží
- δασολογία στα τσεχικά - lesnictví, lesní, lesnické, lesního hospodářství, lesního
- δασοφύλακας στα τσεχικά - lesník, hajný, tulák, ranger, ranger v
Τυχαίες λέξεις
Δασοκομία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: lesnictví, lesní, lesnické, lesního hospodářství, lesního
Μεταφράσεις: lesnictví, lesní, lesnické, lesního hospodářství, lesního