Lučiti στα ελληνικά
Μετάφραση: lučiti, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκκρίνω, εκκρίνουν, εκκρίνει, να εκκρίνουν, έκκριση, να εκκρίνει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- luča στα ελληνικά - φακός, ακτίνα, ray, ακτίνων, Χ, ακτίνες
- lučenje στα ελληνικά - διακρίσεις, διάκριση, έκκριση, έκκρισης, την έκκριση, εκκρίσεως, της έκκρισης
- lučke στα ελληνικά - φωλιάζω, λιμάνι, φυγαδεύω, φώτα, τα φώτα, φώτων, λυχνίες, ...
- lučni στα ελληνικά - αψίδα, τοξωτά, τοξωτό, τοξωτή, αψιδωτή, αψιδωτά
Τυχαίες λέξεις
Lučiti στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκκρίνω, εκκρίνουν, εκκρίνει, να εκκρίνουν, έκκριση, να εκκρίνει
Μεταφράσεις: εκκρίνω, εκκρίνουν, εκκρίνει, να εκκρίνουν, έκκριση, να εκκρίνει