Blinken στα ελληνικά
Μετάφραση: blinken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάμπω, γυαλίζω, λάμψη, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- blinde στα ελληνικά - θαμπώνω, σκιά, φάντασμα, οπτασία, τυφλός, ανδρείκελο, κινήσεις, ...
- blindheid στα ελληνικά - τύφλωση, τύφλωσης, την τύφλωση, η τύφλωση, τυφλότητα
- blo στα ελληνικά - δειλός, ντροπαλός, συνεσταλμένος, ντροπαλό, ντροπαλή, ντροπαλοί, ντροπαλός για
- blocnote στα ελληνικά - μπλοκ, σημειωματάριο, Notepad, το Σημειωματάριο, σημειωματάριο που
Τυχαίες λέξεις
Blinken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάμπω, γυαλίζω, λάμψη, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει
Μεταφράσεις: λάμπω, γυαλίζω, λάμψη, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει