Delicaat στα ελληνικά

Μετάφραση: delicaat, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψιλή, πρόστιμο, φίνος, μαλθακός, λεπτός, εκλεπτυσμένος, καλλιεργημένος, ραφινάτος, αίθριος, ευαίσθητος, λεπτή, λεπτό, ευαίσθητη
Delicaat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • delen στα ελληνικά - διχάζω, χωριστός, μερίδιο, ιδιαίτερος, διαιρώ, ξεχωριστός, χωρίζω, ...
  • delfstof στα ελληνικά - μετάλλευμα, ορυκτό, ορυκτών, μεταλλικό, ορυκτά, ανόργανα
  • delicaatheid στα ελληνικά - άλγος, πόνος, λιχουδιά, λεπτότητα, έδεσμα, λιχουδιάς, ευαισθησία
  • deling στα ελληνικά - χωρίζω, διαίρεση, τομή, μερίδιο, διχασμός, τμήμα, μεραρχία, ...
Τυχαίες λέξεις
Delicaat στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψιλή, πρόστιμο, φίνος, μαλθακός, λεπτός, εκλεπτυσμένος, καλλιεργημένος, ραφινάτος, αίθριος, ευαίσθητος, λεπτή, λεπτό, ευαίσθητη