Keten στα ελληνικά

Μετάφραση: keten, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλυσίδα, καδένα, αλυσίδας, αλύσου, της αλυσίδας, άλυσο
Keten στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ketel στα ελληνικά - καζάνι, καυστήρας, λέβητας, λέβητα, του λέβητα, boiler, μπόιλερ
  • keteldal στα ελληνικά - καζάνι, τσίρκο, Αρένα της, τσίρκου, Circus, τσίρκων
  • ketenen στα ελληνικά - αλυσίδα, αλυσίδας, αλύσου, της αλυσίδας, άλυσο
  • ketter στα ελληνικά - αιρετικός, αιρετικό, αιρετική, αιρετικού, αιρετικές
Τυχαίες λέξεις
Keten στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλυσίδα, καδένα, αλυσίδας, αλύσου, της αλυσίδας, άλυσο