Kruk στα ελληνικά
Μετάφραση: kruk, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έδρανο, πατερίτσα, χειρίζομαι, δεκανίκι, μεταχειρίζομαι, σκαμπό, χερούλι, σκαμνί, κόπρανα, κοπράνων, των κοπράνων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kruiwagen στα ελληνικά - τύμβος, χειράμαξα, καρότσι, καροτσάκι, wheelbarrow, χειραμαξίων
- kruizemunt στα ελληνικά - νομισματοκοπείο, μέντα, μέντας, δυόσμο, νομισματοκοπείου
- kubus στα ελληνικά - κύβος, φραγμός, στηρίγματα, κύβο, κύβου, κύβων, κύβους
- kudde στα ελληνικά - συρροή, τοποθετώ, καθορισμένος, κοπάδι, συσσώρευση, σύναξη, αγέλη, ...
Τυχαίες λέξεις
Kruk στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έδρανο, πατερίτσα, χειρίζομαι, δεκανίκι, μεταχειρίζομαι, σκαμπό, χερούλι, σκαμνί, κόπρανα, κοπράνων, των κοπράνων
Μεταφράσεις: έδρανο, πατερίτσα, χειρίζομαι, δεκανίκι, μεταχειρίζομαι, σκαμπό, χερούλι, σκαμνί, κόπρανα, κοπράνων, των κοπράνων