Oprit στα ελληνικά

Μετάφραση: oprit, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσπέλαση, σκουπίζω, καμπύλη, σαρώνω, οδηγώ, πρόσβαση, ράμπα, διαδρόμου, ράμπας, κλιμάκωση, κεκλιμένου επιπέδου
Oprit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • oprijlaan στα ελληνικά - σκουπίζω, καμπύλη, πρόσβαση, προσπέλαση, σαρώνω, οδηγώ, αυτοκίνητο, ...
  • oprispen στα ελληνικά - ρέψιμο, burp
  • oproerig στα ελληνικά - επαναστάτης, επαναστατώ, στασιαστικός, ανατρεπτική, ανατρεπτικών, ανατρεπτικό, στασιαστική
  • oproerling στα ελληνικά - επαναστατώ, επαναστάτης, αντάρτης, στασιαστής, ανταρτών, των ανταρτών, εξεγερμένων
Τυχαίες λέξεις
Oprit στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσπέλαση, σκουπίζω, καμπύλη, σαρώνω, οδηγώ, πρόσβαση, ράμπα, διαδρόμου, ράμπας, κλιμάκωση, κεκλιμένου επιπέδου