Roosteren στα ελληνικά
Μετάφραση: roosteren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψήνω, καβουρντίζω, τοστ, καβουρδίζω, πρόποση, ψητό, ψητά, καβουρδισμένου, roast, καβουρδισμένο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- rooskleurig στα ελληνικά - ροζ, τριαντάφυλλο, ρόδινος, ρόδινα, ρόδινη, ρόδινο, ρόδινες
- rooster στα ελληνικά - προγραμματίζω, πρόγραμμα, σχάρα, δίχτυ, πλέγμα, ενοχλητικός, δίκτυο, ...
- ros στα ελληνικά - άλογο, άτι, Steed, άλογό, ίππος
- rot στα ελληνικά - αρουραίος, χάλια, σαπισμένος, σαπρός, σαθρός, σαπίλα, σήψης, ...
Τυχαίες λέξεις
Roosteren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψήνω, καβουρντίζω, τοστ, καβουρδίζω, πρόποση, ψητό, ψητά, καβουρδισμένου, roast, καβουρδισμένο
Μεταφράσεις: ψήνω, καβουρντίζω, τοστ, καβουρδίζω, πρόποση, ψητό, ψητά, καβουρδισμένου, roast, καβουρδισμένο