Troebel στα ελληνικά
Μετάφραση: troebel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιλυώδης, λασπωμένος, πυκνός, λασπώδης, θολός, θολό, θολά, θολερό, τυρβώδες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bevalligheid στα ελληνικά - ωραιότητα, κοσμιότητα, κομψότητα, ωραιότης
- ceremonie στα ελληνικά - εθιμοτυπία, τελετή, τελετής, τελετή απονομής, εκδήλωση, τελετή που
- gebeurtenis στα ελληνικά - περιστατικό, τύχη, πιθανότητα, άθλημα, ευκαιρία, γεγονός, περίπτωση, ...
- kermen στα ελληνικά - στενάζω, μουγκρητό, τρίξιμο, μουγκρίζω, βογγητό, βογκητό, Στέναζε, ...
Τυχαίες λέξεις
Troebel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιλυώδης, λασπωμένος, πυκνός, λασπώδης, θολός, θολό, θολά, θολερό, τυρβώδες
Μεταφράσεις: ιλυώδης, λασπωμένος, πυκνός, λασπώδης, θολός, θολό, θολά, θολερό, τυρβώδες