Риття στα ελληνικά

Μετάφραση: риття, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ερευνώ, ψάχνω, αναζητώ, σκάψιμο, το σκάψιμο, εκσκαφής, εκσκαφή, σκάβουν
Риття στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • активатор στα ελληνικά - ενεργοποιητή, ενεργοποιητής, ενεργοποιητού, ενεργοποίησης, ενεργοποιητή του
  • висловити στα ελληνικά - εκφράζω, διατυπώνω, εκφράζουν, εκφράσω, εκφράσει, εκφράσουν
  • дріб'язковий στα ελληνικά - θύλακας, ανειλικρινής, σακούλα, μικροπρεπής, μικροαστική, ασήμαντες, μικροπρεπείς, ...
  • зайнятої στα ελληνικά - απασχολημένος, Busy, πολυάσχολο, Πολυσύχναστο, Κατειλημμένο
Τυχαίες λέξεις
Риття στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ερευνώ, ψάχνω, αναζητώ, σκάψιμο, το σκάψιμο, εκσκαφής, εκσκαφή, σκάβουν