Ερευνώ στα ουκρανικά
Μετάφραση: ερευνώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сканування, риття, скандувати, сканувати, занепокоєння, вивчати, рийтеся, досліджувати, дослідити
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερευνώ
ερευνώ συνώνυμα, ερευνώ το φυσικό κόσμο, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική στ δημοτικού, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική ε δημοτικού, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική ε δημοτικού τετράδιο εργασιών, ερευνώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ερευνώ στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ερειστικός στα ουκρανικά - спірний, логічний, заперечливий, дискусійний, ereistikos
- ερευνητής στα ουκρανικά - науково-дослідний, дослідницький, дослідити, дослідник
- ερημίτης στα ουκρανικά - пустинник, відлюдник, самітник, пустельник, отшельник
- ερημικός στα ουκρανικά - ізолюється, відлюдник, самітник, пустельник, отшельник
Τυχαίες λέξεις
Ερευνώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сканування, риття, скандувати, сканувати, занепокоєння, вивчати, рийтеся, досліджувати, дослідити
Μεταφράσεις: сканування, риття, скандувати, сканувати, занепокоєння, вивчати, рийтеся, досліджувати, дослідити