Żywiołowy στα ελληνικά

Μετάφραση: żywiołowy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυθόρμητος, ορμητικός, ακάθεκτος, απερίσκεπτος, πληθωρικός, πληθωρική, πληθωρικό, ενθουσιώδης, ενθουσιώδη
Żywiołowy στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • egzystencjalizm στα ελληνικά - υπαρξισμός, υπαρξισμό, υπαρξισμού, ο υπαρξισμός, τον υπαρξισμό
  • fascynacja στα ελληνικά - γοητεία, γοητείας, τη γοητεία, γοητεία που, ενθουσιασμός
  • ind στα ελληνικά - ίνδιο, ινδίου, του ινδίου, το ίνδιο, ινδίου που
  • inercjalny στα ελληνικά - αδρανειακά, αδρανειακό, αδρανειακή, αδρανειακής, αδρανειακών
Τυχαίες λέξεις
Żywiołowy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυθόρμητος, ορμητικός, ακάθεκτος, απερίσκεπτος, πληθωρικός, πληθωρική, πληθωρικό, ενθουσιώδης, ενθουσιώδη