Tynktura στα ελληνικά
Μετάφραση: tynktura, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάμμα, βάμματος, tincture, ό βάμμα, το βάμμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- babski στα ελληνικά - γυναικοπρεπής, γυναικείο
- boksyt στα ελληνικά - βωξίτης, βωξίτη, του βωξίτη, ο βωξίτης
- gwarowy στα ελληνικά - φλας, αναλαμπή, χυδαίζων, μάγκικος
- harmider στα ελληνικά - κροτώ, πάταγος, καβγάς, κωπηλατώ, σειρά, θόρυβος, ρακέτα, ...
Τυχαίες λέξεις
Tynktura στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάμμα, βάμματος, tincture, ό βάμμα, το βάμμα
Μεταφράσεις: βάμμα, βάμματος, tincture, ό βάμμα, το βάμμα