Carriça στα ελληνικά

Μετάφραση: carriça, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στραμπουλίζω, αποσπώ, τρυποφράκτης, Wren, Ρεν, τρόχιλος, Οι Wren
Carriça στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • carril στα ελληνικά - ίχνη, πίστα, μονοπάτι, σιδηροδρομικές, σιδηροδρομικών, σιδηροδρομικού, σιδηροδρομικής, ...
  • carrinho στα ελληνικά - εξέδρα, μηχανάκι, καλάθι
  • carro στα ελληνικά - μηχάνημα, χειράμαξα, κούρσα, αυτοκίνητο, κουβαλώ, αραμπάς, αυτοκινήτων, ...
  • carrossel στα ελληνικά - καρουσέλ, καρουζέλ, carousel, κυκλοφερές, κυκλοφερούς
Τυχαίες λέξεις
Carriça στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στραμπουλίζω, αποσπώ, τρυποφράκτης, Wren, Ρεν, τρόχιλος, Οι Wren