Linguagem στα ελληνικά
Μετάφραση: linguagem, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλώσσα, φανάρι, φαναράκι, εγκάθετος, φανός, γλώσσας, γλωσσών, τη γλώσσα, γλώσσες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lingote στα ελληνικά - ράβδος, ράβδους, χελωνών, πλινθώματος, σε ράβδους
- linguado στα ελληνικά - πέλμα, γλώσσα, αποκλειστικά, πλευρονήκτης, χωματίδα, καλκάνι, αφορά τη χωματίδα, ...
- lingueta στα ελληνικά - καλάμι, γλώσσα, γλώσσας, τη γλώσσα, της γλώσσας, γλωττίδα
- linguista στα ελληνικά - γλωσσολόγος, γλωσσικός, γλωσσομαθής, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς
Τυχαίες λέξεις
Linguagem στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλώσσα, φανάρι, φαναράκι, εγκάθετος, φανός, γλώσσας, γλωσσών, τη γλώσσα, γλώσσες
Μεταφράσεις: γλώσσα, φανάρι, φαναράκι, εγκάθετος, φανός, γλώσσας, γλωσσών, τη γλώσσα, γλώσσες