Obreiro στα ελληνικά

Μετάφραση: obreiro, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δίνω, κοπιαστικός, άποψη, παραδίνω, πολύμοχθος, δείκτης, γνώμη, χέρι, εργάτης, γνωμάτευση, εγχειρίδιο, εργαζόμενος, εργαζομένου, εργαζόμενο, εργαζομένων
Obreiro στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • objecções στα ελληνικά - αντίρρηση, αντιρρήσεις, ενστάσεις, αιτιάσεων, αιτιάσεις
  • oblíqua στα ελληνικά - πλάγιος, λοξός, ύπουλος, δόλιος, λοξή, λοξό, λοξές
  • obrigado στα ελληνικά - που, εκείνος, σας ευχαριστώ, σας ευχαριστήσω, ευχαριστώ, σας ευχαριστούμε, ευχαριστούμε
  • obrigar στα ελληνικά - βία, υποχρεώνω, εξαναγκάζω, δυσνόητος, κρύβω, δύναμη, σκοτεινός, ...
Τυχαίες λέξεις
Obreiro στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δίνω, κοπιαστικός, άποψη, παραδίνω, πολύμοχθος, δείκτης, γνώμη, χέρι, εργάτης, γνωμάτευση, εγχειρίδιο, εργαζόμενος, εργαζομένου, εργαζόμενο, εργαζομένων