Боец στα ελληνικά

Μετάφραση: боец, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνδρας, πολεμιστής, ιδιαίτερος, άνθρωπος, ιδιωτικός, επανδρώνω, στρατιώτης, φαντάρος, μαχητής, μαχητή, μαχητικό, μαχητικά, αγωνιστή
Боец στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • боеспособность στα ελληνικά - αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητα, απόδοσης, απόδοση, αποτελεσματικότητας
  • боеспособный στα ελληνικά - αποδοτικός, αποτελεσματικός, battleworthy
  • божба στα ελληνικά - όρκος, όρκο, όρκου, ενόρκως, τον όρκο
  • божеский στα ελληνικά - θεσπέσιος, δίκαιος, θεϊκός, μόλις, θείος, θεία, θεϊκή, ...
Τυχαίες λέξεις
Боец στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνδρας, πολεμιστής, ιδιαίτερος, άνθρωπος, ιδιωτικός, επανδρώνω, στρατιώτης, φαντάρος, μαχητής, μαχητή, μαχητικό, μαχητικά, αγωνιστή