Болото στα ελληνικά

Μετάφραση: болото, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαζεύω, χερσότοπος, προσδένω, κεσάτι, βρύο, βάλτος, πλύνω, καταρρέω, πέφτω, βόρβορος, σωριάζομαι, πλένω, έλος, τέλμα, βάλτο, βάλτου
Болото στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • болотистый στα ελληνικά - σπογγώδης, ελώδης, βαλτώδης, ελώδη, ελώδεις, βαλτώδεις
  • болотный στα ελληνικά - ελώδης, βάλτος, έλος, Marsh, βάλτο, βάλτου
  • болт στα ελληνικά - βιδώνω, βίδα, αφηνιάζω, μπουλόνι, κοχλία, κοχλίας, μπουλονιού
  • болтать στα ελληνικά - κουτσομπόλης, κρεμιέμαι, κουτσομπολιό, κουβέντα, κουβεντιάζω, φλοιός, φλυαρώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Болото στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαζεύω, χερσότοπος, προσδένω, κεσάτι, βρύο, βάλτος, πλύνω, καταρρέω, πέφτω, βόρβορος, σωριάζομαι, πλένω, έλος, τέλμα, βάλτο, βάλτου