Колонна στα ελληνικά

Μετάφραση: колонна, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πίφερο, κολόνα, στήλη, στύλος, λιμάρω, στυλοβάτης, πύργος, άξονας, υποβάλλω, στήλης, της στήλης
Колонна στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • влиятельный στα ελληνικά - τύμβος, δυναμικός, επιβλητικός, καίριος, δυνατός, τάφος, ισχυρός, ...
  • вспухать στα ελληνικά - φουσκώνω, εξογκώνω, πρήζω, γίνομαι, αρμόζω, φούσκωμα, πρήζεται, ...
  • вспыхивать στα ελληνικά - ερεθίζω, σπιθοβολώ, φλας, Flash, λάμψης, το Flash, ανάφλεξης
  • грифон στα ελληνικά - γρύπας, Griffin, γρύπα, ο Griffin
Τυχαίες λέξεις
Колонна στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πίφερο, κολόνα, στήλη, στύλος, λιμάρω, στυλοβάτης, πύργος, άξονας, υποβάλλω, στήλης, της στήλης