Конструировать στα ελληνικά
Μετάφραση: конструировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπτύσσω, χτίζω, σχεδιασμός, κατασκευάζω, αναπτύσσομαι, οικοδομώ, σχέδιο, σχεδιασμό, σχεδιασμού, σχεδίαση
![Конструировать στα ελληνικά Конструировать στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-ru-gr-14106.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- амстердам στα ελληνικά - Άμστερνταμ, amsterdam, Αμστερνταμ, του Άμστερνταμ
- благоденствие στα ελληνικά - πρόνοια, ευημερία, καλή διαβίωση, καλή διαβίωση των, την καλή διαβίωση, καλή μεταχείριση των
- бухгалтер στα ελληνικά - λογιστής, λογιστή, Accountant, Ελεγκτής Λογιστής, ΛΟΓΙΣΤΗΣ
- выпустить στα ελληνικά - χάνω, εκκρίνω, τεύχος, δημοσιεύω, προσκομίζω, παράγω, παραδίνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Конструировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπτύσσω, χτίζω, σχεδιασμός, κατασκευάζω, αναπτύσσομαι, οικοδομώ, σχέδιο, σχεδιασμό, σχεδιασμού, σχεδίαση
Μεταφράσεις: αναπτύσσω, χτίζω, σχεδιασμός, κατασκευάζω, αναπτύσσομαι, οικοδομώ, σχέδιο, σχεδιασμό, σχεδιασμού, σχεδίαση