Помещаться στα ελληνικά
Μετάφραση: помещаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγκαθίσταμαι, ανήκω, καταλύω, διανύω, καθίζω, κάθισμα, εντοπίζω, σφηνώνω, είμαι, κανονίζω, περιέχω, περιλαμβάνω, αναχαιτίζω, βρίσκομαι, τοποθετείται, τοποθετούνται, τοποθετήθηκαν, τοποθετηθεί, τοποθετήθηκε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- базироваться στα ελληνικά - είμαι, βρίσκομαι, διανύω, να βασίζεται, να βασίζονται, βασίζεται, βασίζονται, ...
- вытеснять στα ελληνικά - εκτοπίζω, εκτοπίζουν, εκτοπίσει, μετατοπίσει, εκτοπίζει, εκτοπίσουν
- дожидаться στα ελληνικά - διαμένω, περιμένω, προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, φαίνομαι, προσδοκώ, εμφάνιση, ...
- евразийский στα ελληνικά - Ευρασίας, της Ευρασίας, ευρασιατική, ευρασιατικών, Ευρασιατικές
Τυχαίες λέξεις
Помещаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγκαθίσταμαι, ανήκω, καταλύω, διανύω, καθίζω, κάθισμα, εντοπίζω, σφηνώνω, είμαι, κανονίζω, περιέχω, περιλαμβάνω, αναχαιτίζω, βρίσκομαι, τοποθετείται, τοποθετούνται, τοποθετήθηκαν, τοποθετηθεί, τοποθετήθηκε
Μεταφράσεις: εγκαθίσταμαι, ανήκω, καταλύω, διανύω, καθίζω, κάθισμα, εντοπίζω, σφηνώνω, είμαι, κανονίζω, περιέχω, περιλαμβάνω, αναχαιτίζω, βρίσκομαι, τοποθετείται, τοποθετούνται, τοποθετήθηκαν, τοποθετηθεί, τοποθετήθηκε