Vyplynout στα ελληνικά

Μετάφραση: vyplynout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προκύπτω, επακολουθώ, αποτέλεσμα, λόγω, συνέπεια, αποτελέσματα, αποτελέσματος
Vyplynout στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • diapozitiv στα ελληνικά - τσουλήθρα, γλιστρώ, ολίσθηση, διαφάνεια, slide, διαφανειών
  • domorodý στα ελληνικά - γηγενής, καθομιλούμενος, ιθαγενής, αυτόχθονες, Αβορίγινες, Αβορίγινων, Αβοριγίνων
  • draze στα ελληνικά - ακριβός, ακριβά, αγαπητός, πολύ ακριβά, στοργικά
  • homonymum στα ελληνικά - ομώνυμο, ομώνυμη, ομώνυμου, ομώνυμης, ομώνυμος
Τυχαίες λέξεις
Vyplynout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προκύπτω, επακολουθώ, αποτέλεσμα, λόγω, συνέπεια, αποτελέσματα, αποτελέσματος