Zesílení στα ελληνικά
Μετάφραση: zesílení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επαύξηση, ενίσχυση, απολαβή, ενισχύω, ανεβάζω, αυξάνω, εντατικοποίηση, ενίσχυσης, οπλισμού, την ενίσχυση, ενισχύσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kontrolovat στα ελληνικά - παρακολουθώ, αναχαιτίζω, εποπτεύω, καταφέρνω, χαλινάρι, αντεπεξέρχομαι, επιθεωρώ, ...
- nastavitelný στα ελληνικά - ρυθμιζόμενο, ρυθμιζόμενα, ρυθμιζόμενη, ρυθμίζεται, ρυθμιζόμενες
- následování στα ελληνικά - σειρά, διαδοχή, ακολουθήστε, ακολουθούν, ακολουθήσουν, ακολουθήσει, ακολουθήσετε
- ona στα ελληνικά - αυτή, εκείνη, που, ότι, που της
Τυχαίες λέξεις
Zesílení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επαύξηση, ενίσχυση, απολαβή, ενισχύω, ανεβάζω, αυξάνω, εντατικοποίηση, ενίσχυσης, οπλισμού, την ενίσχυση, ενισχύσεως
Μεταφράσεις: επαύξηση, ενίσχυση, απολαβή, ενισχύω, ανεβάζω, αυξάνω, εντατικοποίηση, ενίσχυσης, οπλισμού, την ενίσχυση, ενισχύσεως