Vollkommenheit στα ελληνικά
Μετάφραση: vollkommenheit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπεροχή, τελειοποίηση, τελειότητα, τελειότητας, την τελειότητα, τέλεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bereuen στα ελληνικά - οδυρμός, μοιρολογώ, μετανιώνω, λυπάμαι, λύπη, θρηνώ, απήγανος, ...
- bittend στα ελληνικά - υπεράσπιση, υπόμνημα, υπομνήματος, διαδικαστικού εγγράφου, υπόμνημά
- digitalisiert στα ελληνικά - ψηφιοποιημένο, ψηφιοποιημένα, ψηφιοποιημένων, ψηφιοποιημένες, ψηφιοποιημένη
- doktoren στα ελληνικά - γιατροί, οι γιατροί, ιατροί, γιατρούς, ιατρούς
Τυχαίες λέξεις
Vollkommenheit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπεροχή, τελειοποίηση, τελειότητα, τελειότητας, την τελειότητα, τέλεια
Μεταφράσεις: υπεροχή, τελειοποίηση, τελειότητα, τελειότητας, την τελειότητα, τέλεια