Brud στα ελληνικά
Μετάφραση: brud, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρήγμα, σπάζω, διαρρέω, διάλλειμα, παραβίαση, διάλειμμα, αντεπίθεση, θλάση, αθετώ, θραύση, παραβιάζω, διαρροή, αθέτηση, παραβιάζουν, παραβιάζει, παραβιάσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bronze στα ελληνικά - μπρούτζος, μπρούντζος, χάλκινο, χάλκινα, μπρούντζο, μπρούτζινο
- bror στα ελληνικά - αδελφός, αδερφός, αδελφό, τον αδελφό, ο αδελφός
- brudgom στα ελληνικά - γαμπρός, Groom, νεόνυμφων, Γαμπρού, το γαμπρό
- brudstykke στα ελληνικά - θραύσμα, κομματάκι, αποσπασματικός, αποσπασματική, τμηματική, αποσπασματικά, αποσπασματικές
Τυχαίες λέξεις
Brud στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρήγμα, σπάζω, διαρρέω, διάλλειμα, παραβίαση, διάλειμμα, αντεπίθεση, θλάση, αθετώ, θραύση, παραβιάζω, διαρροή, αθέτηση, παραβιάζουν, παραβιάζει, παραβιάσει
Μεταφράσεις: ρήγμα, σπάζω, διαρρέω, διάλλειμα, παραβίαση, διάλειμμα, αντεπίθεση, θλάση, αθετώ, θραύση, παραβιάζω, διαρροή, αθέτηση, παραβιάζουν, παραβιάζει, παραβιάσει