Δυσφημώ στα σλοβακικά

Μετάφραση: δυσφημώ, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
urážka, ohovoriť, pomluvit, ohovárať
Δυσφημώ στα σλοβακικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δυσφημώ

δυσφημώ μετάφραση, δυσφημώ ή δυσφημίζω, δυσφημώ λεξικό γλώσσας σλοβακικά, δυσφημώ στα σλοβακικά

Μεταφράσεις

  • δυσφήμιση στα σλοβακικά - hanobení, zľahčovanie, zjednodušovanie, zľahčovania, zľahčovaniu, zľahčovaním
  • δυσφημιστικός στα σλοβακικά - urážlivý, hanlivý, hanlivé, ohovárania
  • δυσφορία στα σλοβακικά - nepohodlí, nepohodlie, nepohodlia, nepohodliu
  • δυσχέρεια στα σλοβακικά - úskalí, obtiažnosť, náročnosť, ťažkosti, obťažnosť, zložitosť
Τυχαίες λέξεις
Δυσφημώ στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: urážka, ohovoriť, pomluvit, ohovárať