Δυσφημώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: δυσφημώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
rógur, traduce
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυσφημώ
δυσφημώ μετάφραση, δυσφημώ ή δυσφημίζω, δυσφημώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δυσφημώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- δυσφήμιση στα ισλανδικά - detraction
- δυσφημιστικός στα ισλανδικά - ærumeiðandi, níðskældinn
- δυσφορία στα ισλανδικά - óánægja, óþægindi, óþægindi í, óþægindum, óþægindi fyrir, óþægindin
- δυσχέρεια στα ισλανδικά - vandræði, erfiðleiki, fyrirhöfn, erfiðleikar, erfitt, erfiðleikar við, erfiðleikum, ...
Τυχαίες λέξεις
Δυσφημώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: rógur, traduce
Μεταφράσεις: rógur, traduce