Ευεπηρέαστος στα τσεχικά
Μετάφραση: ευεπηρέαστος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vnímavý, citlivý, passible
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευεπηρέαστος
ευεπηρέαστος λεξικό γλώσσας τσεχικά, ευεπηρέαστος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- ευδοκιμώ στα τσεχικά - prospívat, vzkvétat, prosperovat, daří, se daří
- ευελπιστώ στα τσεχικά - doufat, naděje, doufám
- ευερέθιστος στα τσεχικά - dráždivý, trnitý, pichlavý, nedůtklivý, choulostivý, citlivý, bodavý, ...
- ευεργετικός στα τσεχικά - užitečný, prospěšný, zdravý, blahodárný, příznivý, prospěšné, přínosné, ...
Τυχαίες λέξεις
Ευεπηρέαστος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vnímavý, citlivý, passible
Μεταφράσεις: vnímavý, citlivý, passible