Ευεπηρέαστος στα ουγγρικά

Μετάφραση: ευεπηρέαστος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fogékony, passible
Ευεπηρέαστος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευεπηρέαστος

ευεπηρέαστος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ευεπηρέαστος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ευδοκιμώ στα ουγγρικά - gyarapszik, boldogulni, jól megélnek, gyarapodását, boldogulhatnak
  • ευελπιστώ στα ουγγρικά - remény, remélem, reméljük
  • ευερέθιστος στα ουγγρικά - tüskés, ingerlékeny, gerjeszthető, ingerelhető, robbanékonyság, ingerelhetõ
  • ευεργετικός στα ουγγρικά - előnyös, jótékony, hasznos, kedvező, tényleges
Τυχαίες λέξεις
Ευεπηρέαστος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: fogékony, passible