Κερδοσκοπικός στα τούρκικα

Μετάφραση: κερδοσκοπικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
meraklı, spekülatif, spekülatif bir, spekülatiftir, spekülasyon
Κερδοσκοπικός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κερδοσκοπικός

κερδοσκοπικός χαρακτήρας, μη κερδοσκοπικόσ, κερδοσκοπικός συνώνυμα, κερδοσκοπικόσ οργανισμόσ, κερδοσκοπικός συνώνυμο, κερδοσκοπικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, κερδοσκοπικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • κερδομανής στα τούρκικα - kerdomanis
  • κερδοσκοπία στα τούρκικα - tahmin, spekülasyon, spekülasyonlar, spekülasyonu, spekülasyonları, bir spekülasyon
  • κερδοσκοπώ στα τούρκικα - vurguncu, profiteer, vurguncudur, vurgunculuk, fırsatçılık yapmak
  • κερδοσκόπος στα τούρκικα - spekülatör, spekülatörü, speculator, spekülatördür, borsa yatırımcısı
Τυχαίες λέξεις
Κερδοσκοπικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: meraklı, spekülatif, spekülatif bir, spekülatiftir, spekülasyon