Ματαιότητα στα εσθονικά
Μετάφραση: ματαιότητα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
eneseuhkus, auahnus, tühisus, tarbetus, kasutuse, mõtet, mõttetusest, ole mõtet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ματαιότητα
ματαιότητα συνώνυμα, ματαιότητα ετυμολογία, ματαιότητα ορισμός, ματαιότητα συνώνυμο, ματαιότητα λεξικό γλώσσας εσθονικά, ματαιότητα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ματαιοδοξία στα εσθονικά - eneseuhkus, tühisus, auahnus, edevus, vanity, tarvete
- ματαιόδοξος στα εσθονικά - asjatu, viljatu, edev, ennasttäis, ennast täis, ennastimetlev, upsakad, ...
- ματαιώνω στα εσθονικά - eristuma, katkestama, nullima, taust, sõudepink, slaid, piit, ...
- ματιά στα εσθονικά - pilk, vaatama, vaadata, vaata, otsida, vaatate
Τυχαίες λέξεις
Ματαιότητα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: eneseuhkus, auahnus, tühisus, tarbetus, kasutuse, mõtet, mõttetusest, ole mõtet
Μεταφράσεις: eneseuhkus, auahnus, tühisus, tarbetus, kasutuse, mõtet, mõttetusest, ole mõtet