Ματαιότητα στα ιταλικά
Μετάφραση: ματαιότητα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vanità, fatuità, inutilità, l'inutilità
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ματαιότητα
ματαιότητα συνώνυμα, ματαιότητα ετυμολογία, ματαιότητα ορισμός, ματαιότητα συνώνυμο, ματαιότητα λεξικό γλώσσας ιταλικά, ματαιότητα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ματαιοδοξία στα ιταλικά - fatuità, vanità, la vanità, di vanità, vanity, lavabo
- ματαιόδοξος στα ιταλικά - sterile, vano, inutile, vanitoso, presuntuoso, presuntuosa, presuntuosi, ...
- ματαιώνω στα ιταλικά - lamina, abortire, sventare, annullare, foglio, cancellare, annullare la, ...
- ματιά στα ιταλικά - occhiata, sguardo, guardare, cercare, aspetto, guarda
Τυχαίες λέξεις
Ματαιότητα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: vanità, fatuità, inutilità, l'inutilità
Μεταφράσεις: vanità, fatuità, inutilità, l'inutilità