Αλοιφή στα αλβανικά
Μετάφραση: αλοιφή, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
krem, pomadë, vaj, vajra erëmirë, vajin
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλοιφή
αλοιφή τρετινοΐνης, αλοιφή 3m, αλοιφή για την μεση, αλοιφή για ψύλλους, αλοιφή για μελανιές, αλοιφή λεξικό γλώσσας αλβανικά, αλοιφή στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- αλμυρός στα αλβανικά - i kripur, kripur, e kripur, kripura, të kripur
- αλογάκι στα αλβανικά - bezdis, gërdallë, ngacmoj, gërnjar, NAG
- αλουμινόχαρτο στα αλβανικά - fletë metalike, petë, fletë metalike prej, letër varaku, nxjerr në pah
- αλτρουιστής στα αλβανικά - altruist
Τυχαίες λέξεις
Αλοιφή στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: krem, pomadë, vaj, vajra erëmirë, vajin
Μεταφράσεις: krem, pomadë, vaj, vajra erëmirë, vajin