Αλοιφή στα εσθονικά
Μετάφραση: αλοιφή, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
salv, salvi, salviga, salvina, võie
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλοιφή
αλοιφή τρετινοΐνης, αλοιφή 3m, αλοιφή για την μεση, αλοιφή για ψύλλους, αλοιφή για μελανιές, αλοιφή λεξικό γλώσσας εσθονικά, αλοιφή στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αλμυρός στα εσθονικά - soolane, soolase, soolast, soolased, soolaseid
- αλογάκι στα εσθονικά - poni, norima, NAG, Koni, Nalkuttaa, Motkottaa
- αλουμινόχαρτο στα εσθονικά - tinafoolium, hõbepaber, hõbefoolium
- αλτρουιστής στα εσθονικά - altruist, altruistlik
Τυχαίες λέξεις
Αλοιφή στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: salv, salvi, salviga, salvina, võie
Μεταφράσεις: salv, salvi, salviga, salvina, võie