Αλοιφή στα λιθουανικά
Μετάφραση: αλοιφή, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tepalas, balzamas, tepalo, tepalu, tepalą, tepalų
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλοιφή
αλοιφή τρετινοΐνης, αλοιφή 3m, αλοιφή για την μεση, αλοιφή για ψύλλους, αλοιφή για μελανιές, αλοιφή λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αλοιφή στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αλμυρός στα λιθουανικά - sūrus, sūraus, sūrokas, druskingas
- αλογάκι στα λιθουανικά - priekabės, ponis, kuinas, krimsti, ieškoti priekabių
- αλουμινόχαρτο στα λιθουανικά - sidabro, sidabras, sidabrinė, silver, sidabrinis
- αλτρουιστής στα λιθουανικά - Altruistas, Altruist, Altruista
Τυχαίες λέξεις
Αλοιφή στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tepalas, balzamas, tepalo, tepalu, tepalą, tepalų
Μεταφράσεις: tepalas, balzamas, tepalo, tepalu, tepalą, tepalų