Αλοιφή στα ουκρανικά
Μετάφραση: αλοιφή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мазь
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλοιφή
αλοιφή τρετινοΐνης, αλοιφή 3m, αλοιφή για την μεση, αλοιφή για ψύλλους, αλοιφή για μελανιές, αλοιφή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αλοιφή στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αλμυρός στα ουκρανικά - солений, солоний, непристойний, пікантний, солоне
- αλογάκι στα ουκρανικά - пиляти
- αλουμινόχαρτο στα ουκρανικά - срібна, Серебряная, Срібний, срібну, срібло
- αλτρουιστής στα ουκρανικά - альтруїст, альтруист
Τυχαίες λέξεις
Αλοιφή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: мазь
Μεταφράσεις: мазь