Εγκαλώ στα αλβανικά
Μετάφραση: εγκαλώ, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fajësoj, hedh në gjyq, akuzoj, paraqitet para gjyqit, nxjerrë në gjyq, padit
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκαλώ
εγκαλώ παραγωγα, εγκαλώ τι σημαινει, εγκαλώ σημασια, εγκαλώ ετυμολογία, εγκαλώ συνώνυμα, εγκαλώ λεξικό γλώσσας αλβανικά, εγκαλώ στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- εγκαθιστώ στα αλβανικά - instaloj, instaloni, instaluar, të instaluar, të instaloni
- εγκαινιάζω στα αλβανικά - çelët, çel, përuroj, hap, inauguroj, inaugurojmë, përurojë, ...
- εγκαρτέρηση στα αλβανικά - lirim, këmbëngulje, këmbëngulja, këmbëngulje e, qëndrueshmëria, këmbëngulje të
- εγκατάλειψη στα αλβανικά - braktisje, braktisja, braktisjen, braktisjes, braktisja e
Τυχαίες λέξεις
Εγκαλώ στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: fajësoj, hedh në gjyq, akuzoj, paraqitet para gjyqit, nxjerrë në gjyq, padit
Μεταφράσεις: fajësoj, hedh në gjyq, akuzoj, paraqitet para gjyqit, nxjerrë në gjyq, padit