Εγκαλώ στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εγκαλώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
обвинявам, съди, да съди, призовавам на съд
Εγκαλώ στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκαλώ

εγκαλώ παραγωγα, εγκαλώ τι σημαινει, εγκαλώ σημασια, εγκαλώ ετυμολογία, εγκαλώ συνώνυμα, εγκαλώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εγκαλώ στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εγκαθιστώ στα βουλγαρικά - инсталирам, инсталирате, инсталиране, инсталиране на, инсталиран
  • εγκαινιάζω στα βουλγαρικά - отворено, отворен, отворена, отворени, отварям, откривам, открие, ...
  • εγκαρτέρηση στα βουλγαρικά - постоянство, упоритост, постоянството, неуморно постоянство, упорство
  • εγκατάλειψη στα βουλγαρικά - изоставяне, изоставянето, изоставянето на, отказ, изоставяне на
Τυχαίες λέξεις
Εγκαλώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: обвинявам, съди, да съди, призовавам на съд