Επενδύω στα αλβανικά

Μετάφραση: επενδύω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rresht, vijë, varg, investoj, investuar, investojë, investojnë, të investuar
Επενδύω στα αλβανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επενδύω

επενδύω αγγλικά, επενδύω συναισθηματικά, επενδύω ετυμολογια, επενδύω λεξικό, επενδυω συνώνυμα, επενδύω λεξικό γλώσσας αλβανικά, επενδύω στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • επεμβαίνω στα αλβανικά - ndërhyj, ndërhyjë, ndërhyjnë, të ndërhyjë, të ndërhyjnë
  • επενέργεια στα αλβανικά - veprim, aktivitet, efekt, efekti, efekti i, efektin, efekt të
  • επενεργώ στα αλβανικά - aktet, akte, aktet e, vepron, akteve
  • επεξεργάζομαι στα αλβανικά - përpunoj, përpunuar, të përpunuar, elaborojë, përpunojnë, hollësira
Τυχαίες λέξεις
Επενδύω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: rresht, vijë, varg, investoj, investuar, investojë, investojnë, të investuar