Επενδύω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: επενδύω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
кабелот, инвестираат, инвестира, инвестирање, инвестираме, се инвестира
Επενδύω στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επενδύω

επενδύω αγγλικά, επενδύω συναισθηματικά, επενδύω ετυμολογια, επενδύω λεξικό, επενδυω συνώνυμα, επενδύω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, επενδύω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • επεμβαίνω στα σλαβομακεδονικά - се меша, меша, да се меша, се мешаат, мешаат
  • επενέργεια στα σλαβομακεδονικά - ефект, ефектот, сила, влијание, дејство
  • επενεργώ στα σλαβομακεδονικά - акти, актите, дела, дејствија, делата
  • επεξεργάζομαι στα σλαβομακεδονικά - елаборира, елаборираат, осврнам, елаборат, образложи
Τυχαίες λέξεις
Επενδύω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: кабелот, инвестираат, инвестира, инвестирање, инвестираме, се инвестира