Λεηλατώ στα αλβανικά
Μετάφραση: λεηλατώ, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bastisje, përpjekjet e, përpjekja, bastis, e bastisje
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λεηλατώ
λεηλατώ συνώνυμα, λεηλατώ βικιλεξικο, λεηλατώ σημαινει, λεηλατώ λεξικο, λεηλατώ αγγλικά, λεηλατώ λεξικό γλώσσας αλβανικά, λεηλατώ στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- λεζάντα στα αλβανικά - titull, diçiturë, Legjenda, Caption, titullin
- λεηλασία στα αλβανικά - grabitje, Shkarkimi, shkarkimin, Shkarkimi i, largimi
- λειαίνω στα αλβανικά - planish
- λειτουργία στα αλβανικά - punoj, qëllim, funksion, funksioni, funksionin, funksioni i, funksion i
Τυχαίες λέξεις
Λεηλατώ στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: bastisje, përpjekjet e, përpjekja, bastis, e bastisje
Μεταφράσεις: bastisje, përpjekjet e, përpjekja, bastis, e bastisje