Λεηλατώ στα λετονικά
Μετάφραση: λεηλατώ, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
laupījums, iebrukt, iebrukums, sirot, sirojums
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λεηλατώ
λεηλατώ συνώνυμα, λεηλατώ βικιλεξικο, λεηλατώ σημαινει, λεηλατώ λεξικο, λεηλατώ αγγλικά, λεηλατώ λεξικό γλώσσας λετονικά, λεηλατώ στα λετονικά
Μεταφράσεις
- λεζάντα στα λετονικά - virsraksts, parakstu, paraksts, uzraksts, posteņa
- λεηλασία στα λετονικά - bēršana maisā, atlaišana, maisu audekls
- λειαίνω στα λετονικά - nogludināt, iztaisnot
- λειτουργία στα λετονικά - darboties, nolūks, process, strādāt, funkcionēt, operācija, ekspluatācija, ...
Τυχαίες λέξεις
Λεηλατώ στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: laupījums, iebrukt, iebrukums, sirot, sirojums
Μεταφράσεις: laupījums, iebrukt, iebrukums, sirot, sirojums