Λεηλατώ στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: λεηλατώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
набег, упад, обид, набег на, обид на
Λεηλατώ στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λεηλατώ

λεηλατώ συνώνυμα, λεηλατώ βικιλεξικο, λεηλατώ σημαινει, λεηλατώ λεξικο, λεηλατώ αγγλικά, λεηλατώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, λεηλατώ στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • λεζάντα στα σλαβομακεδονικά - насловот, шољи, наслов, легендите, легенда
  • λεηλασία στα σλαβομακεδονικά - опустошувањето, разрешување, смена, товарот, смена на
  • λειαίνω στα σλαβομακεδονικά - planish
  • λειτουργία στα σλαβομακεδονικά - функција, функцијата, функцијата на, функција на, функции
Τυχαίες λέξεις
Λεηλατώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: набег, упад, обид, набег на, обид на