Λεηλατώ στα ισλανδικά

Μετάφραση: λεηλατώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
herfang, skyndiárás
Λεηλατώ στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λεηλατώ

λεηλατώ συνώνυμα, λεηλατώ βικιλεξικο, λεηλατώ σημαινει, λεηλατώ λεξικο, λεηλατώ αγγλικά, λεηλατώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, λεηλατώ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • λεζάντα στα ισλανδικά - yfirskrift, Caption, fyrirsögn, textinn, myndatexti
  • λεηλασία στα ισλανδικά - brottrekstri, sacking, rekinn, ráku, brottrekstur
  • λειαίνω στα ισλανδικά - planish
  • λειτουργία στα ισλανδικά - virka, aðgerð, fall, hlutverk, virkni
Τυχαίες λέξεις
Λεηλατώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: herfang, skyndiárás