Υποχρεώνω στα αλβανικά
Μετάφραση: υποχρεώνω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
detyroj, obligojnë, obligon, detyron, e obligon
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποχρεώνω
υποχρεώνω αντώνυμο, υποχρεώνω αγγλικα, υποχρεώνω συνώνυμο, υποχρεώνω συνώνυμα, υποχρεώνω μετάφραση, υποχρεώνω λεξικό γλώσσας αλβανικά, υποχρεώνω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- υποχρέωση στα αλβανικά - detyrë, detyrim, obligim, detyrimi, obligimi, detyrim i
- υποχρεωτικός στα αλβανικά - i detyrueshëm, detyrueshme, detyrueshëm, e detyrueshme, obligueshme
- υποχωρητικός στα αλβανικά - i urtë, përputhje, në përputhje, në pajtim, urtë
- υποχωρώ στα αλβανικά - kthehem, zbutet, pendohet, pendohem, të pendohet, të zbutet
Τυχαίες λέξεις
Υποχρεώνω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: detyroj, obligojnë, obligon, detyron, e obligon
Μεταφράσεις: detyroj, obligojnë, obligon, detyron, e obligon