Υποχρεώνω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: υποχρεώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
задолжи, задолжувате, да го задолжи, го задолжи, обврзе
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποχρεώνω
υποχρεώνω αντώνυμο, υποχρεώνω αγγλικα, υποχρεώνω συνώνυμο, υποχρεώνω συνώνυμα, υποχρεώνω μετάφραση, υποχρεώνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, υποχρεώνω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- υποχρέωση στα σλαβομακεδονικά - обврска, обврската, обврски, обврските, должност
- υποχρεωτικός στα σλαβομακεδονικά - задолжителен, задолжително, задолжителна, задолжителни, задолжителните
- υποχωρητικός στα σλαβομακεδονικά - согласност, во согласност, компатибилен, усогласен, усогласени
- υποχωρώ στα σλαβομακεδονικά - попушти, да попушти, попушта, омеквам
Τυχαίες λέξεις
Υποχρεώνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: задолжи, задолжувате, да го задолжи, го задолжи, обврзе
Μεταφράσεις: задолжи, задолжувате, да го задолжи, го задолжи, обврзе