Υποχρεώνω στα νορβηγικά

Μετάφραση: υποχρεώνω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forplikte, forplikter, obligate, pålegger, å forplikte
Υποχρεώνω στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υποχρεώνω

υποχρεώνω αντώνυμο, υποχρεώνω αγγλικα, υποχρεώνω συνώνυμο, υποχρεώνω συνώνυμα, υποχρεώνω μετάφραση, υποχρεώνω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, υποχρεώνω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • υποχρέωση στα νορβηγικά - forpliktelse, plikt, forpliktelsen, plikten, plikt til
  • υποχρεωτικός στα νορβηγικά - obligatorisk, obligatoriske, Det obligatoriske, forpliktende
  • υποχωρητικός στα νορβηγικά - kompatibel, kompatible, kompatibelt, samsvar
  • υποχωρώ στα νορβηγικά - ebbe, tilbaketog, fjære, retrett, formilde, formildes, gi etter, ...
Τυχαίες λέξεις
Υποχρεώνω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: forplikte, forplikter, obligate, pålegger, å forplikte