Αγχώδης στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αγχώδης, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
безпокойство, тревога, тревожност, тревожно, тревожността
Αγχώδης στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγχώδης

αγχώδης διαταραχή, αγχώδης διαταραχή μελέτη περίπτωσης, αγχώδης αντιδραστική νεύρωση, αγχώδης νεύρωση, αγχώδης διαταραχή αντιμετώπιση, αγχώδης λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αγχώδης στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αγχωμένος στα βουλγαρικά - неспокоен, загрижен, угрижен, тревожност, загрижени
  • αγχόνη στα βουλγαρικά - бесилка, бесило, бесилката, бесилки
  • αγωγή στα βουλγαρικά - действие, движение, механизъм, проводимост, лечение, обработка, третиране, ...
  • αγωγός στα βουλγαρικά - конвейер, канал, тръба, тръбопровод, пътища, канала
Τυχαίες λέξεις
Αγχώδης στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: безпокойство, тревога, тревожност, тревожно, тревожността